Καλλιρρόη

Καλλιρρόη
Καλλιρρόη
fem nom/voc sg (attic epic ionic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • Καλλιρρόῃ — Καλλιρρόη fem dat sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Καλλιρρόη — Ονομασία τριών οικισμών. 1. Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 220 μ., 55 κάτ.) του νομού Κιλκίς. Βρίσκεται στο βορειοανατολικό τμήμα του νομού, 35 χλμ. Β της πόλης του Κιλκίς. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Μουριών.2. Πεδινός οικισμός (υψόμ. 130 μ., 335… …   Dictionary of Greek

  • Παρρέν, Καλλιρρόη — (Ρέθυμνο, Κρήτη 1861 – Αθήνα 1940). Ελληνίδα δημοσιογράφος και συγγραφέας. Εξέδωσε την πρώτη γυναικεία εφημερίδα στην Ελλάδα (Εφημερίς των Κυριών, 1887), όπου συζητούσε και έριχνε φως στα προβλήματα που σχετίζονταν με την ψυχική και πνευματική… …   Dictionary of Greek

  • Каллирроэ в географии — (Καλλιρρόη) встречающееся во многих местах Древней Греции и эллинизированного Востока название источников и ключевых нимф. Известнее других афинская К., единственный ключ чистой воды в г. Афинах. При Пизистрате над ключом устроено было роскошное… …   Энциклопедический словарь Ф.А. Брокгауза и И.А. Ефрона

  • Καλλιρρόην — Καλλιρρόη fem acc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Καλλιρρόης — Καλλιρρόη fem gen sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • εννεάκρουνος — Κρήνη της αρχαίας Αθήνας που είναι γνωστή από διάφορα κείμενα. Η τοποθεσία και η ταύτισή της απασχόλησαν ιδιαίτερα τους αρχαιολόγους. Τελικά, με βάση τη συγκριτική μελέτη των σχετικών χωρίων που τη μνημόνευαν, έγινε αποδεκτό ότι οι συγγραφείς των …   Dictionary of Greek

  • καλλίρρους — ουν (Α καλλίρρους, ουν και οος, οον, θηλ. και Καλλιρρόη, ποιητ. τ. καλλίρροος, οον) αυτός που έχει καλή ροή, που έχει άφθονα νερά («ποταμοῑο κατά στόμα καλλιρόοιο», Ομ. Οδ.) αρχ. (το θηλ. ως κύριο όν.) ἡ Καλλιρρόη α) μία από τις Ωκεανίδες… …   Dictionary of Greek

  • Callirrhoe (moon) — Callirrhoe (pron en|kəˈlɪroʊi kə LIRR oh ee, or as in Greek Καλλιρρόη), also known as nowrap|Jupiter XVII, is one of Jupiter s outermost named natural satellites. It was discovered by Spacewatch on October 6, 1999 and originally designated as an… …   Wikipedia

  • Kallirhoe — (altgr.: Καλλιρρόη, die ‚Schönfließende‘) latinisiert Callirrhoe bezeichnet: in der griechischen Mythologie: Kallirhoe (Tochter des Okeanos), eine Tochter des Okeanos Kallirhoe (Tochter des Acheloos), eine Tochter des Acheloos Kallirhoe (Tochter… …   Deutsch Wikipedia

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”